Content on this page requires a newer version of Adobe Flash Player.

Get Adobe Flash player

Εισαγωγή στη Νεολιθική Ειδωλοπλαστική

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2.

ΟΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΠΛΑΣΤΙΚΗΣ

 

Α. ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ Ή ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΕΝΑ ΕΙΔΩΛΙΟ


Στη νεολιθική ειδωλοπλαστική χρησιμοποιούνται κυρίως ο πηλός, ο λίθος (στον οποίο περιλαμβάνεται και το μάρμαρο) και οργανικές ύλες, όπως το κόκκαλο και το θαλασσινό όστρεο. Οπωσδήποτε θα πρέπει να υπήρχαν και ξύλινα ειδώλια, όμως το υλικό αυτό είναι ιδιαίτερα φθαρτό από το χρόνο. Σπανιότατες εξαιρέσεις αποτελούν επίσης και ορισμένα χρυσά ειδώλια. Η προτίμηση του ενός ή του άλλου υλικού εξαρτάται κυρίως από τη μορφή (σχηματική ή λεπτομερώς αποδοσμένη) των αντικειμένων, που υπαγορεύει, ανάλογα, τη χρήση μαλακότερου ή σκληρότερου υλικού. Οι φυσικές ιδιότητες του πηλού, ο οποίος μεταβάλλεται από υγρή λάσπη σε σκληρό υλικό που αντέχει στο χρόνο, τον έκανε να χρησιμοποιείται σε μεγαλύτερο ποσοστό από οποιαδήποτε άλλη πρώτη ύλη. Αδρός ή μή, ο πηλός δεν φαίνεται να επιλέγεται ειδικά ως προς το χρώμα του και δεν υφίσταται διαφορετική τεχνική προετοιμασία σε σύγκριση με τον πηλό των άλλων κεραμικών αντικειμένων. Δουλεύεται κυρίως με τα δάχτυλα –ίσως και με κάποιο υποβοηθητικό υποτυπώδες εργαλείο.

Τα ειδώλια παρουσιάζουν κατασκευαστική ποικιλία, εφόσον ανακαλύπτονται: α) ως συμπαγή συνδυαζόμενα κομμάτια πηλού που ενώνονται προσεκτικά μεταξύ τους με παχύ στρώμα πηλού ώστε να αποτελέσουν ένα στερεό σύνολο. β) ως εσωτερικά κενά ειδώλια, πιθανό αποτέλεσμα κατεστραμμένων από το ψήσιμο φθαρτών πυρήνων γ) ως αντικείμενα πλασμένα γύρω από έναν ή περισσότερους πήλινους (ή σπανιότερα λίθινους) πυρήνες, ανάλογα με το αν αυτά είναι μονοκόμματα ή έχουν μέλη, οπότε κάθε πυρήνας στηρίζει τα επί μέρους τμήματα. Οι ανατομικές και άλλες λεπτομέρειες πλάθονται ή επικολλώνται επάνω στο κύριο σώμα του ειδωλίου, ενώ, στη συνέχεια, ένα λεπτότατο στρώμα πηλού καλύπτει επιμελώς ολόκληρη την επιφάνειά του. Συχνά οι λεπτομέρειες αυτές δηλώνονται και με χρώμα.

Η λείανση και η στίλβωση είναι στη διακριτική επιλογή του ειδωλοπλάστη. Για την λείανση, η υγρή εξωτερική επιφάνεια του αντικειμένου ομαλοποιείται αρχικά με βρεγμένα δάκτυλα (πιθανώς όμως και ύφασμα), ενώ, όταν αυτό στεγνώσει (πριν να ψηθεί), αφαιρούνται μηχανικά τα αδρά υπολείμματα με τη βοήθεια ενός σκληρού εργαλείου με στρογγυλεμμένες άκρες, όπως ενός βότσαλου, ενός επίπεδου τμήματος οψιανού, ενός ξύλου ή σκληρού καρπού, ενός λείου κόκκαλου ή ακόμη και με τα νύχια. Για καλύτερο αποτέλεσμα, το αντικείμενο τρίβεται με ένα κομμάτι δέρμα ή προβειά ή με τα δάκτυλα. Πολλές φορές όμως καλύπτεται και με ένα αραιότερο επίστρωμα, συχνά διαφορετικού χρώματος από τον εσωτερικό πηλό, και αποκτά έτσι μια θαυμάσια λεία υφή.

Η πρώτη αυτή ύλη κατά κανόνα ψήνεται σε κεραμικούς φούρνους ενώ, σπανιότερα, υπάρχουν και περιπτώσεις άψητων ειδωλίων ξεραμένων στον ήλιο. Με το ψήσιμο επιτυγχάνεται, από τη μια πλευρά η μεγαλύτερη αντοχή του αντικειμένου στη χρήση και στο χρόνο ενώ, από την άλλη πλευρά, είναι πιθανό να επιδιώκεται θεληματικά η χρωματική διαφοροποίηση (διακόσμηση;) που συχνά οφείλεται στο είδος της όπτησης. Ο ειδωλοπλάστης, ανάλογα με τις ικανότητές του, μπορεί να ψήσει πρώτα τον πυρήνα και μετά όλο το ειδώλιο που έχει εν τω μεταξύ πλάσει γύρω από αυτόν. Σε άλλη περίπτωση, είναι δυνατό να πλάσει το ειδώλιο σταδιακά πάνω στον ψημένο κεντρικό πυρήνα, προσθέτοντας πολλά επάλληλα λεπτότατα στρώματα πηλού, ξεραμένα διαδοχικά στον ήλιο. Σπανιότερα, κάνει μια εσωτερική επιμήκη οπή που επιτρέπει στο ειδώλιο να ψηθεί και από μέσα.

Ο λίθος χρησιμοποιείται κυρίως σε εξ ολοκλήρου ή εν μέρει σχηματικά ειδώλια ή σε ειδώλια που αποκλίνουν από την φυσική πραγματικότητα. Άγνωστο αν πρόκειται για ηθελημένη ή τυχαία επιλογή του κατασκευαστή. Ο γλύπτης με ένα κοφτερό εργαλείο χαράσσει το βασικό περίγραμμα του ειδωλίου και με μικρά κτυπήματα δίνει το γενικό του σχήμα. Εργαλεία από οψιανό, πυριτόλιθο ή σμύριδα σε συνδυασμό με νερό και άμμο τον βοηθούν να το λειάνει, ώστε στη συνέχεια να χαράξει τις λεπτομέρειες κατά μίμηση των πήλινων ειδωλίων.

Στη Νεολιθική το κόκκαλο δεν είναι μόνο μαλακό ελεφαντόδοντο αλλά προέρχεται και από άλλα οστέινα τμήματα ζώων. Επειδή λοιπόν το υλικό αυτό είναι σκληρό, επιβάλλει κατασκευαστικούς περιορισμούς.

Το ίδιο συμβαίνει και με το όστρεο, στην περίπτωση όμως αυτή, επιπλέον, το κοίλο δεδομένο σχήμα και το μικρό πάχος περιορίζουν ακόμη περισσότερο την κατασκευαστική ελευθερία.

 


Β. Η ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΗ: ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΕΙΔΩΛΟΠΛΑΣΤΗ

 

Η διακόσμηση γίνεται με περιορισμένα μέσα, ακολουθεί κατά κανόνα τις αντίστοιχες τεχνικές που εφαρμόζονται στην κεραμική και συμβάλλει πολύ στην εκφραστική δύναμη του αντικειμένου. Ο ειδωλοπλάστης χρησιμοποιεί, εκτός από τα ίδια του τα δάκτυλα και τα νύχια, μικρά αιχμηρά λίθινα ή οστέινα εργαλεία που κατασκευάζει ο ίδιος ή άλλα που παίρνει έτοιμα από το φυσικό του περιβάλλον (όπως αιχμηρές πέτρες, σκληρούς μίσχους φυτών κ.ά.), επίσης όμως και φυσικά χρώματα, προερχόμενα από φυτά ή ορυκτά. Η διακόσμηση γίνεται με εγχάραξη, εμπίεση, χρώμα (γραπτή διακόσμηση) ή πλαστική επικόλληση πήλινων μαστιδίων (πλαστική διακόσμηση).

Η επιλογή του είδους της διακόσμησης γίνεται από τον ειδωλοπλάστη. Δεν φαίνεται να υπάρχουν περιορισμοί επιλογής μεθόδου, γι’αυτό και συχνά έχουμε ειδώλια που φέρουν και τα τρία είδη διακόσμησης. Δεν υπάρχει επίσης ένδειξη για σχέση μεταξύ διακόσμησης και φύλου ή στάσης ούτε μεταξύ διακόσμησης και θέσης εύρεσης του ειδωλίου.

Η εγχάραξη και η εμπίεση γίνονται πριν από το ψήσιμο και με αυτές αποδίδονται είτε ανατομικές λεπτομέρειες (προσωπικά χαρακτηριστικά, κομμώσεις, αναδιπλώσεις της σάρκας κ.τλ.) αλλά και ενδύματα και κοσμήματα, είτε μή λειτουργικά διακοσμητικά θέματα, δηλαδή θέματα που δεν φαίνεται να σχετίζονται απαραίτητα με το σχήμα του ειδωλίου ή της διακοσμημένης επιφάνειας. Σκόπιμα έντονη εμπίεση στοχεύει στην εντονότερη πλαστική απόδοση είτε δημιουργεί υποδοχές για την ένθεση φθαρτών διακοσμητικών εξαρτημάτων.

Η γραπτή διακόσμηση εφαρμόζεται πρίν από την όπτηση και δυνατόν να είναι λειτουργική ή μή. Τα χρώματα απλώνονται απ’ευθείας πάνω στον πηλό, που έχει εκτεθεί προηγουμένως στον ήλιο για να ξεραθεί πριν να ψηθεί. Συχνά, η μέθοδος αυτή αποσκοπεί, πέρα από το να υπογραμμίσει λειτουργικά σημεία του σώματος, στο να προσδώσει ζωντάνια στις λεπτομέρειες. Τότε η επιφάνεια του ειδωλίου καλύπτεται πρώτα με ένα λεπτότατο επίχρισμα διαφορετικού χρώματος από τα διακοσμητικά θέματα, ώστε αυτά να προβάλλονται περισσότερο με την χρωματική αντίθεση. Ως τεχνική, παρέχει τη δυνατότητα χρωματικών επιλογών και σκόπιμων αντιθέσεων.

Στην πλαστική διακόσμηση, τα μαστίδια διακοσμούν διάφορα σημεία του σώματος και του κεφαλιού, συχνά κολλημένα ακατάστατα, άλλες φορές όμως με διάταξη σε παράλληλες σειρές. Συνήθως δεν ξεπερνούν τα δύο χιλιοστά σε πάχος και διάμετρο (όταν είναι κυκλικά ή όταν πρόκειται για μικρά δακτυλίδια πηλού). Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου τα μαστίδια είναι σταρόσχημα, μιμούμενα, προφανώς τους κόκκους του σταριού. Τα μαστίδια μερικές φορές περιγράφονται με χρώμα και τοποθετούνται απ’ευθείας στο κεφάλι ή στις γυμνές επιφάνειες του σώματος, δηλαδή πάνω σε επιφάνειες που δεν φέρουν εγχάρακτη ή γραπτή διακόσμηση τέτοια που να δικαιολογεί την ύπαρξη ενδυμασίας. Γι’ αυτό και είναι πιθανό να αποτελούν απλά διακοσμητικά στοιχεία της ειδωλοπλαστικής, κατ’ αναλογία προς τη σύγχρονη αγγειοπλαστική. Ωστόσο, δεν μπορούμε καθόλου να αποκλείσουμε και την πιθανότητα να αποδίδουν τατουάζ ή άλλες διακοσμήσεις με ανασήκωση του δέρματος, όπως εφαρμόζονται, ακόμα και σήμερα, από ορισμένους πρωτόγονους πληθυσμούς της Αφρικής.

Η βιβλιογραφία συνήθως υπονοεί άνδρες ειδωλοπλάστες, χωρίς όμως να στηρίζεται σε συγκεκριμένα αρχαιολογικά δεδομένα. Ωστόσο, η γυναίκα φαίνεται ότι αναλαμβάνει σημαντικότατα καθήκοντα μέσα στο κοινωνικό σύνολο όπου ζη, με αποτέλεσμα την ενδεχόμενη δημιουργία νεολιθικών μητριαρχικών κοινωνιών, όπως συμβαίνει και σε πολλές σύγχρονες πρωτόγονες κοινότητες. Είναι πιθανότατο λοπόν η γυναίκα να ασχολείται και με την ειδωλοπλαστική, δεδομένου μάλιστα ότι τα γυναικεία ειδώλια υπερτερούν των ανδρικών τόσο σε αριθμό όσο και σε ποιότητα. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, είναι πιθανό η κοινωνική άνοδος της γυναίκας και η ισότιμη με τον άνδρα συμβολή της στην κοινωνική ομάδα να εκφράζεται επιπλέον και με την κατασκευή ερμαφρόδιτων ή ισομεγέθων, δίδυμων (ενωμένων) μορφών των δύο φύλων, που ερμηνεύονται συχνά ως παραστάσεις “ιερού γάμου”.

Εισαγωγή | Κεφάλαιο 1 | Κεφάλαιο 2 | Κεφάλαιο 3 |
Κεφάλαιο 4: Α.
- Β. - Γ. - Δ. - Ε. - ΣΤ. | Κεφάλαιο 5